Η προστασία του ναυτικού στο ναυτεργατικό δίκαιο

Η προστασία του ναυτικού στο ναυτεργατικό δίκαιο

1.Ποιες θεωρούνται συμβάσεις ναυτικής εργασίας;

Ο ναυτικός, λόγω της δυσκολίας του επαγγέλματος του και των αντίξοων συνθηκών στις οποίες εκτίθεται πρέπει να απολαμβάνει μεγαλύτερη νομοθετική προστασία κατά την εκτέλεση της εργασίας του. Για αυτό και νομοθετικά η σύμβαση ναυτικής εργασίας διακρίνεται από εκείνη της χερσαίας εργασίας με βάση κάποια κριτήρια. Κυριότερο από αυτά είναι αν το πρόσωπο εκτίθεται στους θαλάσσιους κινδύνους, και άρα αν αποτελεί μέλος του πληρώματος με την ευρεία έννοια του όρου (ακόμα και αν το πλοίο βρίσκεται σε πρόσκαιρη ακινησία σε λιμάνι, ο χαρακτηρισμός της σύμβασης ως ναυτικής εργασίας δεν αναιρείται για αυτόν τον λόγο). Τα παραπάνω κρίνονται σημαντικά λόγω του ότι οι διατάξεις της ναυτεργατικής νομοθετικής (ΚΙΝΔ και ΚΔΝΔ ως Κώδικας Ιδιωτικού και Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου) εφαρμόζονται ΜΟΝΟ σε συμβάσεις ναυτικής εργασίας και άρα πρέπει να αποδεικνύεται ότι η σύμβαση αφορά εργασία στην θάλασσα και όχι στην ξηρά. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε περίπτωση που τα μέρη καταλήξουν σε δικαστική διαμάχη, ο χαρακτηρισμός που έδωσαν στην σύμβαση (χερσαίας ή ναυτικής εργασίας) ΔΕΝ δεσμεύει το δικαστήριο, και εκεί θα πρέπει να αποδειχθεί ο χαρακτήρας της σύμβασης. Ακόμη, η σύμβαση ναυτικής εργασίας ολοκληρώνεται με την σύμπραξη της δημόσιας αρχής (=αντιπρόσωποι του λιμενικού σώματος ελέγχουν αν πληρούνται οι όροι του νόμου για την εγγραφή της σύμβασης στο ναυτολόγιο του πλοίου), ενώ είναι υποχρεωτικό και τα 2 μέρη να λάβουν αντίγραφο της σύμβασης προκειμένου να μην δημιουργούνται αμφιβολίες.

2.Τυπικές απαιτήσεις του επαγγέλματος του ναυτικού

Για να αποκτήσει κάποιος την ιδιότητα του ναυτικού και να ασκήσει το σχετικό επάγγελμα (στην Ελλάδα) απαιτείται να κατέχει ο ενδιαφερόμενος πτυχίο από αντίστοιχο τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα (ή αναγνωρισμένο ισάξιο αν υπάρχει) καθώς και το λεγόμενο ‘ναυτικό φυλλάδιο’. Πρόκειται για ένα πιστοποιητικό, το οποίο βεβαιώνει, εφόσον πληρούνται και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση του, τις γνώσεις/δεξιότητες του προσώπου για την ναυτική εργασία και επιτρέπει παράλληλα να εγγραφεί ο ίδιος στο ναυτολόγιο του πλοίου. Πράγματι, η σύμβαση ναυτικής εργασίας που καταρτίζει ο ναυτικός εγγράφεται σε ειδικά βιβλία του πλοίου, ένα από τα οποία αποτελεί το ναυτολόγιο, το οποίο, λόγω του ότι είναι διαθέσιμο στις ελεγκτικές αρχές όταν αυτές ασκούν επιθεώρηση στο πλοίο, οφείλει να περιλαμβάνει και τα σχετικά δικαιολογητικά που βεβαιώνουν τις δεξιότητες του ναυτικού. Τέλος, σημαντικό είναι να αναφερθεί, ότι, πλέον, ΔΕΝ απαιτείται κάποιος να έχει ελληνική ιθαγένεια για να εργαστεί ως ναυτικός σε ελληνικό πλοίο, αλλά μπορεί να έχει και ιθαγένεια πολίτη από οποιοδήποτε κράτος-μέλος της ΕΕ, πράγμα που κατήργησε έναν μακροχρόνιο περιορισμό που υπήρχε στην νομοθεσία του ναυτικού δικαίου.

3.Ποια είναι τα δικαιώματα του ναυτικού κατά την εργασία του;

Ο ναυτικός κατά την εκτέλεση της εργασίας του απολαμβάνει ορισμένων δικαιωμάτων, τα οποία είναι:

  • Προκαταβολή μισθού έως το μισό του μισθού που θα έπαιρνε αν εργαζόταν ένα μήνα στο πλοίο
  • Πλήρη μισθό για την εργασία που παρέχει (μπορεί να καταβάλλεται το πολύ ανά μήνα και όχι σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα)
  • Αν η σύμβαση ναυτολόγησης του διήρκεσε λιγότερο από ένα μήνα, δικαιούται ολόκληρο τον μισθό ενός μήνα
  • Αν το πλοίο χαθεί, ο ναυτικός δικαιούται πλήρεις αποδοχές για όσο εργάστηκε για την αποκατάσταση όλων των ζημιών (ανεξάρτητα του αν σώθηκε το πλοίο)
  • Αποζημίωση για αντικείμενα του που έχασε κατά την διάρκεια πυρκαγιάς ή άλλου τυχαίου γεγονότος στο πλοίο
  • Ετήσια άδεια μαζί με τις νόμιμες αποδοχές που προβλέπονται
  • Πλήρη μισθό κατά την ασθένεια του ναυτικού και καταβολή των εξόδων νοσηλείας (το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση ατυχήματος)
  • Δικαίωμα παλιννόστησης (να επιστρέψει με δαπάνες του πλοιοκτήτη στον τόπο διαμονής του, ή εκεί όπου υπογράφηκε η σύμβαση ναυτολόγησης ΑΝ λυθεί η σύμβαση του με τον πλοιοκτήτη)

4.Και οι υποχρεώσεις του;

Εκτός από τα δικαιώματα που του παρέχει ο νόμος, ο ναυτικός υπέχει και ορισμένες υποχρεώσεις οι οποίες αναλύονται σε:

  • Η επιμελής εκτέλεση της εργασίας στο πλοίο (όπως έχει συμφωνηθεί μεταξύ πλοιοκτήτη και ναυτικού)
  • Ενδεχομένως και υπερωριακή απασχόληση (όσο αυτή είναι απαραίτητη για τις ανάγκες του πλοίου)
  • Υποχρέωση να επιβιβασθεί στο πλοίο την ορισμένη ημέρα και να μην το εγκαταλείπει χωρίς λόγο που δικαιολογείται
  • Υποχρέωση να υπακούει στις διαταγές και υποδείξεις των ανώτερων του (αξιωματικών του πλοίου και του ίδιου του πλοιάρχου)
  • Υποχρέωση να αποζημιώσει τον πλοιοκτήτη αν και εφόσον διαπράξει αδικοπραξία κατά την εκτέλεση της εργασίας του στο πλοίο
  • Υποχρέωση να διατηρεί σε καλή κατάσταση τον εξοπλισμό που του παρέχεται στο πλοίο για τις ανάγκες της εργασίας του (π.χ. ρούχα και σκεύη)
  • Υποχρέωση να μην φορτώνει απαγορευμένα αντικείμενα στο πλοίο (π.χ. αλκοόλ, λαθραία τσιγάρα κλπ.)

5.Πως ευθύνεται ο ναυτικός κατά την εκτέλεση της εργασίας του;

Είναι αλήθεια ότι με τον νέο Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού δικαίου, δεν υπάρχει διάταξη που να καθιερώνει το μέτρο επιμέλειας που πρέπει να τηρεί ο ναυτικός κατά την εκτέλεση της εργασίας του, για αυτό, ανατρέχοντας στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για την χερσαία εργασία, το άρθρο 652 του αστικού κώδικα ορίζει ότι ο ναυτικός ευθύνεται μόνο αν ενήργησε από δόλο κατά την τέλεση της αδικοπραξίας που διέπραξε= είναι αναγκαίο δηλαδή να γνώριζε την παράβαση την οποία διαπράττει και τις συνέπειες αυτής, και να μην ήταν απλά αμελής, όπως προβλεπόταν παλιότερα. Εντούτοις και με βάση τις διατάξεις της ναυτεργατικής νομοθεσίας, ο ναυτικός βαρύνεται γενικά με υποχρέωση πρόνοιας όσο βρίσκεται στο πλοίο (=να μην προκαλεί φθορές και να συμπεριφέρεται με ζημιογόνο τρόπο προς τα συμφέροντα του πλοιοκτήτη). Γίνεται δεκτό στην νομολογία ότι την ευθύνη από τις αδικοπραξίες του ναυτικού φέρει, εν τέλει, ο πλοιοκτήτης ως κύριος του πλοίου (ή ο εφοπλιστής αν το έχει ναυλώσει φυσικά). Αυτό όμως ισχύει ΜΟΝΟ απέναντι στον τρίτο, στον οποίο οφείλεται αποζημίωση (π.χ. τον ιδιοκτήτη ενός φορτίου που μεταφέρεται με το πλοίο και το οποίο καταστράφηκε από αμέλεια του ναυτικού).

6.Τι θεωρείται ναυτεργατικό ατύχημα κατά τα ελληνικά δεδομένα;

Με τον όρο εννοούμε το ατύχημα εκείνο το οποίο υφίσταται ο ναυτικός κατά την διάρκεια της εργασίας του, και το οποίο τελεί σε τόσο στενή τοπική και χρονική σχέση με αυτήν (την εργασία) ώστε να δικαιολογείται από τον ναυτικό να αξιώσει αποζημίωση από τον εργοδότη σχετικά με την ζημία που έπαθε. Με βάσεις τα όσα έχει διαμορφώσει η ελληνική νομολογία, το ατύχημα:

  • Μπορεί και να προκλήθηκε και από τον ίδιο τον ναυτικό (απλώς εκεί μειώνεται το ποσό της αποζημίωσης που θα λάβει λόγω του πταίσματος του)
  • Δεν ενδιαφέρει που ήταν το πλοίο όταν συνέβη το ατύχημα (π.χ. μπορεί να ήταν σταθμευμένο σε λιμάνι)
  • Έχει γίνει δεκτό ότι ατύχημα θεωρείται και αυτό που συμβαίνει στον ναυτικό εκτός του χρόνου εργασίας του (π.χ. όταν επιστρέφουν ναυτικοί από βραδινή έξοδο και λόγω μέθης, ο ένας χτυπά και παθαίνει σωματική βλάβη)
  • Αναγκαίο όμως είναι το ατύχημα να έχει συμβεί ΜΕΤΑ την σύναψη της σύμβασης ναυτολόγησης και ΠΡΙΝ την λήξη της (για να εμπίπτει χρονικά στο πεδίο της)

Βασική παρατήρηση στην έννοια του ναυτεργατικού ατυχήματος αποτελεί το αόριστο της έννοιας, το οποίο οδήγησε τα ελληνικά δικαστήρια να δεχτούν άλλοτε       ακραίες περιπτώσεις ως ναυτεργατικά ατυχήματα, και άλλοτε να απορρίψουν προφανή ατυχήματα, χρησιμοποιώντας κριτήρια αμφιλεγόμενα.

7.Πως απολύεται νόμιμα ο ναυτικός;

Από την μεριά του πλοιοκτήτη (ο οποίος ενεργεί με αντιπρόσωπο τον πλοίαρχο), αν αυτός θέλει να απολύσει τον ναυτικό με τις νόμιμες διατυπώσεις, προκειμένου να μην ανακύψουν αμφισβητήσεις αργότερα σχετικά με το κύρος της απόλυσης, έχει την επιλογή να καταγγείλει την σύμβαση, αν αυτή δεν έχει λήξει ήδη. Σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης ναυτολόγησης, αυτή διακρίνεται σε:

  • Τακτική αν η καταγγελία μπορεί να γίνει μόνο μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας
  • Άτακτη αν αυτή δεν απαιτεί προθεσμία

Εύλογο είναι ότι ο πλοιοκτήτης θα οφείλει αποζημίωση στον ναυτικό που απολύθηκε άκαιρα και ανυπαίτια (=χωρίς να έχει λήξει η σύμβαση του και χωρίς ευθύνη του ναυτικού). Ανάλογα με το ποσοστό ευθύνης που βαρύνει τον ναυτικό, και η οποία οδήγησε στην απόλυση, θα μειώνεται και το ποσό της αποζημίωσης, ενώ σε περίπτωση αποκλειστικής υπαιτιότητας του ναυτικού, ο πλοιοκτήτης δεν θα οφείλει καθόλου αποζημίωση στον τελευταίο.

2 παρατηρήσεις είναι ακόμα αναγκαίες εδώ:

  • Αν ο πλοικτήτης απολύσει τον ναυτικό λόγω ασθένειας του, ο ναυτικός δικαιούται πλήρη μισθό και νοσηλεύεται με δαπάνες του πλοικτήτη μέχρι όμως 4 μήνες το μέγιστο.
  • Αν ο ναυτικός γίνει αιχμάλωτος ως όμηρος (επειδή το πλοίο έγινε λεία πειρατών) δεν μπορεί να απολυθεί όσο διαρκεί η ομηρεία (ενώ για το ίδιο διάστημα δικαιούται πλήρη μισθό από τον πλοιοκτήτη).

8.Διάκριση σύμβασης ναυτολόγησης από προσύμφωνο

Είναι πολύ συχνό στην πράξη ο ναυτικός, προτού συνάψει την σύμβαση ναυτολόγησης με τον πλοίαρχο (ο οποίος ενεργεί ως αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη) να καταρτίσει ένα προσύμφωνο, για να εξασφαλίσει τις μελλοντικές του αξιώσεις από την σύμβαση. Με το προσύμφωνο ο ναυτικός (συνήθως) συμφωνεί και παράλληλα αναλαμβάνει την υποχρέωση να ταξιδέψει σε έναν τόπο προκειμένου να συναντήσει το πλοίο στο οποίο θα ‘νηολογηθεί’, δηλαδή όπου θα συνάψει την σύμβαση ναυτολόγησης. Άρα με το προσύμφωνο, ο ναυτικός δεν μπορεί να απολαύσει όλα εκείνα τα δικαιώματα που του παρέχει η ναυτεργατική νομοθεσία καθώς δεν είναι (ακόμη) νομικά μέλος του πληρώματος. Σημαντικό αντιστάθμισμα στα παραπάνω αποτελεί η αξίωση που έχει ο ναυτικός από το προσύμφωνο για σύναψη οριστικής σύμβασης καθώς και τα δικαιώματα που του παρέχει ο Αστικός Κώδικας (υπαναχώρηση, αποζημίωση για μη εκπλήρωση κλπ.) σε περίπτωση που ,από υπαιτιότητα του πλοιάρχου, γίνει αδύνατο τελικά να συναφθεί η σύμβαση ναυτολόγησης.

9.Πως λύνεται γενικότερα η σύμβαση ναυτολόγησης;

Για να δοθεί απάντηση εδώ, είναι αναγκαία μια διάκριση της σύμβασης ναυτικής εργασίας σε:

  • Ορισμένου χρόνου
  • Αορίστου χρόνου
  • Κατά χρόνο/ Κατά ταξίδι

Με βάση τα παραπάνω, (και τις σχετικές διατάξεις του ΚΙΝΔ), η σύμβαση ναυτικής εργασίας λύνεται νομικά με τους εξής τρόπους:

  • Με κοινή συμφωνία των μερών
  • Αυτοδίκαια, δηλαδή ευθέως από τον νόμο (αν το πλοίο χαθεί/πουληθεί σε δημόσιο πλειστηριασμό/διαγραφεί από τα ελληνικά νηολόγια)
  • Με καταγγελία από τον πλοιοκτήτη είτε με τήρηση 7ημερης προθεσμίας και επίκληση σπουδαίου λόγου είτε χωρίς τήρηση προθεσμίας ούτε σπουδαίο λόγο
  • Με καταγγελία από τον ναυτικό χωρίς τήρηση προθεσμίας ΑΛΛΑ με επίκληση σπουδαίου λόγου

10.Επιπλέον νομοθετική προστασία του ναυτικού

Η προστασία που παρέχεται στον ναυτικό (π.χ. αποζημίωση από καταχρηστική απόλυση, επιδόματα, άδειες) δεν εξαντλείται στις διατάξεις του Κώδικα Ιδιωτικού/Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου. Ακόμα και στις διατάξεις αυτών των νομοθετημάτων ορίζεται ρητά ότι σε περίπτωση που κάποια συλλογική σύμβαση εργασίας στην οποία υπάγεται ο ναυτικός (π.χ. επειδή είναι μέλος της εκάστοτε συνδικαλιστικής οργάνωσης που σύνηψε την σύμβαση) προβλέπει ευμενέστερους όρους εργασίας, εφαρμόζονται αυτοί οι όροι. Το ίδιο ισχύει και για Διεθνείς Συμβάσεις που αφορούν την ρύθμιση της ναυτιλίας, αρκετές από τις οποίες η Ελλάδα έχει κυρώσει με νόμο (=αποτελούν κομμάτι του ελληνικού δικαίου και άρα εφαρμόζονται και στους ναυτικούς που εργάζονται στα ελληνικά ύδατα). Παράδειγμα τέτοιας σύμβασης αποτελεί η 23η Διεθνής Σύμβαση εργασίας της Γενεύης (1926) που αφορά το δικαίωμα παλιννόστησης των ναυτικών, και η οποία κυρώθηκε με τον νόμο 1130/1981.

 

Όσα αναφέρονται παραπάνω δεν αποτελούν νομικές συμβουλές και ουδεμία ευθύνη φέρεται για αυτές.Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε μαζί μας.