Με τον νόμο 4808/2021 έγιναν αρκετές αλλαγές,οι οποίες επηρεάζουν το δικαίωμα στην απεργία.Πιο συγκεκριμένα,προβλέφθηκαν ορισμένες υποχρεώσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων όταν αυτές θέλουν να κηρύξουν απεργία σε μια επιχείρηση/πανελλάδικα και παράλληλα ορίζεται μέχρι που μπορούν να φτάσουν τα απεργιακά αιτήματα.Αντίστοιχες είναι και οι αλλαγές με τον νόμο 5053/2023 ο οποίος ποινικοποίησε τις φθορές που προκαλούνται στην επιχείρηση κατά την διάρκεια μιας απεργίας.Στο παρακάτω κείμενο,προσπαθήσαμε να κάνουμε μια συνόλικη παρουσίαση του δικαιώματος της απεργίας,όπως αυτό ισχύει με τα σημερινά δεδομένα και με τον τρόπο που εφαρμόζεται στην πράξη ώστε να επιλύονται οι συγκρούσεις εργοδοτών-εργαζομένων.
1.Ποιες μορφές έχει η απεργία;
Με τον συγκεκριμένο όρο καταρχάς εννοούμε το συλλογικό δικαίωμα που ασκούν από κοινού οι εργαζόμενοι, το οποίο περιλαμβάνει πρόσκαιρη ή διαρκή αποχή από την εργασία τους, με άμεσο στόχο την επιβολή πίεσης προς τον εργοδότη, για να ικανοποιηθούν τα εργασιακά τους αιτήματα. Η απεργία, ως συνταγματικά και ευρωπαϊκά κατοχυρωμένο συλλογικό δικαίωμα, μπορεί να λάβει διάφορες μορφές.
Ένα είδος απεργίας είναι η κυκλική απεργία, δηλαδή η απεργία κατά κλάδους του προσωπικού ώστε να υπολειτουργούν κάποιοι από τους τομείς της επιχείρησης και έτσι μοιραία, να μειώνεται όλη η παραγωγικότητα της επιχείρησης. Η απεργία αυτή συναντάται περισσότερο στο εξωτερικό και λιγότερο στην Ελλάδα, ωστόσο η διάρκεια της δεν είναι μικρή, αν σκεφτεί κανείς πως δεν προκαλεί αμέσως μεγάλη οικονομική ζημία στον εργοδότη, και έτσι θεωρείται ότι τηρείται το αναγκαίο μέτρο της απεργίας, για το οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω.
Άλλη μορφή απεργίας είναι η προειδοποιητική απεργία, που έχει κατά κανόνα σύντομη διάρκεια και γίνεται κυρίως όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις των εργαζομένων καθώς και των συνδικαλιστικών οργανώσεων τους με τους εργοδότες για την υπογραφή κάποιας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Η μικρή διάρκεια αυτής της απεργίας έχει στόχο να καταδείξει την πίεση που είναι έτοιμοι οι εργαζόμενοι να ασκήσουν στον εργοδότη με κάποια πιθανή απεργία στο άμεσο μέλλον, η οποία όμως θα έχει διάρκεια και φυσικά μεγαλύτερη ένταση, από άποψης οικονομικής ζημίας που προκαλείται στον εργοδότη.
2.Πότε κηρύσσεται νόμιμα η έναρξη μιας απεργίας;
Για να κηρυχθεί μια απεργία νόμιμα, ο νόμος απαιτεί να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις ώστε να διασφαλίζονται κάποιες εγγυήσεις νομιμότητας=να μην κηρύσσεται από μια μερίδα ελάχιστων εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα, για την νόμιμη κήρυξη μιας απεργίας απαιτείται:
- Να κηρυχθεί αυτή από μια συνδικαλιστική οργάνωση η οποία έχει νόμιμα συσταθεί και η οποία έχει αρμοδιότητα για τα συγκεκριμένα εργασιακά θέματα. Μια τέτοια οργάνωση είναι αυτή της οποίας μέλη είναι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε ορισμένο επάγγελμα (ξενοδοχοϋπάλληλοι που αποτελούν μια διακριτή κατηγορία εργαζομένων).
- Να έχει ληφθεί η απόφαση στην συνδικαλιστική οργάνωση με νόμιμο τρόπο, δηλαδή να έχει συγκληθεί η γενική συνέλευση και τα μέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης να έχουν ψηφίσει με απόλυτη πλειοψηφία την απόφαση περί κήρυξης απεργίας. Σε ευρύτερες συνδικαλιστικές οργανώσεις (πχ ΑΔΕΔΥ), η απόφαση αυτή λαμβάνεται από το διοικητικό συμβούλιο.
- Να έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις για την έγκυρη λήψη απόφασης, δηλαδή να υπήρχε σχετική πλειοψηφία των μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης που να ήταν παρόντα, και τα μέλη αυτά να έχουν καταβάλλει τις εισφορές τους προς την οργάνωση, δηλαδή να είναι οικονομικά τακτοποιημένα.
- Να έχουν ψηφίσει νόμιμα τα μέλη, δηλαδή είτε δια ζώσης είτε εξ αποστάσεως, αφού αυτό προβλέπεται από τον νόμο πλέον σαν δυνατότητα και παράλληλα η ψηφοφορία για την λήψη απόφασης περί απεργίας να ήταν μυστική, προκειμένου να διαφυλαχθούν τα συμφέροντα της συνδικαλιστικής οργάνωσης.
3.Έχει γενικές προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται;
Το βασικότερο βήμα πριν από την κήρυξη απεργίας που πρέπει να τηρήσουν οι εργαζόμενοι είναι να προειδοποιήσουν τον εργοδότη ότι θα προχωρήσουν σε απεργία. Η προειδοποίηση αυτή πρέπει να γίνει τουλάχιστον 24 ώρες πριν την έναρξη της απεργίας καθώς και να αποσταλεί με έγγραφο μέσω δικαστικού επιμελητή που θα επιδώσει το τελευταίο στον εργοδότη, ώστε να προκύπτει και η ημερομηνία που έγινε η ενημέρωση του. Για τις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα/κοινής ωφέλειας η προθεσμία αυτή είναι τουλάχιστον 4 ημέρες πριν την έναρξη της απεργίας.
Παράλληλα, οι εργαζόμενοι που προχωρούν σε απεργία οφείλουν προηγουμένως να έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τον εργοδότη ώστε να ικανοποιηθούν τα αιτήματα τους με ειρηνικό τρόπο, όπως για παράδειγμα με την σύναψη κάποιας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Αυτή η υποχρέωση προκύπτει από το γενικότερο πνεύμα του νόμου, που χαρακτηρίζει την απεργία ως την τελευταία λύση των εργαζομένων στην προσπάθεια τους να ικανοποιηθούν τα αιτήματα τους από τον εργοδότη.
Ακόμη, η συνδικαλιστική οργάνωση που θα προχωρήσει στην απεργία οφείλει να διαθέσει στον εργοδότη το λεγόμενο ΄προσωπικό ασφαλείας΄, δηλαδή έναν αριθμό εργαζομένων, οι οποίοι θα βρίσκονται στην επιχείρηση κατά την διάρκεια της απεργίας ώστε να λειτουργούν στοιχειωδώς οι εγκαταστάσεις της και να μην προκληθούν ατυχήματα/καταστροφές/φθορές. Για τις επιχειρήσεις του δημοσίου τομέα, προβλέπεται εκτός από αυτό το προσωπικό, και προσωπικό υπηρεσίας, το οποίο πρέπει να αντιστοιχεί αριθμητικά στο 1/3 των συνολικών εργαζομένων που απασχολούνται στην συγκεκριμένη δημόσια επιχείρηση.
Τέλος, βασική υποχρέωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης κατά την διάρκεια της απεργίας είναι να επιτρέπει στους εργαζόμενους που δεν μετέχουν στην απεργία να εισέρχονται στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης και να εκτελούν την εργασία τους, χωρίς να ασκεί (η συνδικαλιστική οργάνωση) οποιοδήποτε εμπόδιο στο δικαίωμα αυτό των εργαζομένων. Το ίδιο φυσικά δικαίωμα έχει και το προσωπικό ασφαλείας/υπηρεσίας που αναφέραμε ακριβώς παραπάνω.
4.Τι αιτήματα μπορεί να έχει μια απεργία;
Για να έχει νόημα η πραγματοποίηση μιας απεργίας θα πρέπει η τελευταία να προβάλλει ορισμένα αιτήματα, τα οποία προσπαθεί να διεκδικήσει. Σε ό,τι αφορά αυτά τα αιτήματα της απεργίας:
- Δεν μπορούν τα αιτήματα να είναι αντίθετα προς διατάξεις νόμου που ισχύουν στο ελληνικό δίκαιο=δεν μπορεί η απεργία έναντι του εργοδότη να έχει ως αίτημα την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται μέσω κρατήσεων από τους εργαζομένους προς τον ΕΦΚΑ, αφού το σχετικό θέμα μπορεί να ρυθμιστεί από τα αρμόδια υπουργεία και όχι από τον εργοδότη.
- Θα πρέπει τα αιτήματα να αφορούν όλους τους εργαζομένους της επιχείρησης ή τουλάχιστον ένα ικανό μέρος αυτών. Άρα, τα αιτήματα της απεργίας δεν είναι δυνατό να στοχεύουν στην ικανοποίηση ιδιωτικών ατομικών συμφερόντων, ενώ αν χορηγηθούν παροχές από τον εργοδότη στους εργαζομένους, λόγω της αποδοχής των αιτημάτων της απεργίας, αυτές θα πρέπει να χορηγηθούν σε όλο το προσωπικό και όχι μόνο σε όσους συμμετείχαν στην απεργία.
- Τα αιτήματα της απεργίας δεν πρέπει να αφορούν ρύθμιση θεμάτων που αφορούν την επιχειρηματική πολιτική που ακολουθεί ο εργοδότης και τις κινήσεις του τελευταίου. Είναι άλλο θέμα τα εργασιακά δικαιώματα και άλλο οι επιχειρηματικές κινήσεις του εργοδότη. Ωστόσο, όταν οι τελευταίες έχουν επιπτώσεις στις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων (πχ με το ύψος των μισθών), τότε τα αιτήματα της απεργίας είναι και πάλι νόμιμα.
- Σε καμία περίπτωση δεν μπορούν τα απεργιακά αιτήματα να ζητούν την τροποποίηση νομικών κανόνων καθώς και την έκδοση νόμων, καθώς αυτά τα θέματα δεν βρίσκονται στην διακριτική ευχέρεια του εργοδότη. Ωστόσο, αίτημα της απεργίας μπορεί να είναι η ερμηνεία νομικών κανόνων που έχουν τεθεί με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και οι οποίοι (νομικοί) κανόνες ενδέχεται να δημιουργούν σύγχυση στα μέρη.
5.Πότε μια απεργία είναι καταχρηστική;
Το συγκεκριμένο θέμα σχετικά με τον καταχρηστικό ή μη χαρακτήρα της απεργίας πρέπει να κριθεί από πολλούς παράγοντες. Καταρχάς, πρέπει να γίνει η σύγκριση ανάμεσα στα αιτήματα των απεργών και την (οικονομική) ζημία που υφίσταται ο εργοδότης εξαιτίας της απεργίας. Γιατί είναι αλήθεια ότι μια παρατεταμένη απεργία που διαρκεί εβδομάδες, αν οι διεκδικήσεις των εργαζομένων θα μπορούσαν να είχαν ικανοποιηθεί και με διαπραγματεύσεις, είναι πολύ πιθανό (η απεργία) να κριθεί ως καταχρηστική καθώς δεν τηρείται το λεγόμενο μέτρο οφέλους-κόστους ανάμεσα στα συμφέροντα εργαζομένων και εργοδότη.
Κλασσική όμως περίπτωση κατά την οποία μια απεργία είναι καταχρηστική, και συνεπώς παράνομη, είναι όταν στην διάρκεια της απεργίας παρατηρούνται φαινόμενα βίας/φθοράς εγκαταστάσεων της επιχείρησης/οι απεργοί εμποδίζουν τους μη συμμετέχοντες στην απεργία εργαζόμενους να εισέλθουν στην επιχείρηση. Πρόκειται για φαινόμενα, τα οποία όχι μόνο προσδίδουν στην απεργία καταχρηστικό χαρακτήρα, αλλά είναι πιθανό να έχουν και νομικές συνέπειες για τους απεργούς, αφού όλα τα παραπάνω φαινόμενα αποτελούν πλέον ποινικά αδικήματα με βάση έναν νόμο που εκδόθηκε τον περασμένο Οκτώβρη.
Σε ό,τι αφορά όμως τα αιτήματα των εργαζομένων, αυτά δεν μπορούν να θεωρούνται εξαρχής ως υπερβολικά και θα πρέπει να αξιολογούνται κατά περίπτωση=οι εργαζόμενοι συνήθως δεν αναμένουν την πλήρη ικανοποίηση των αιτημάτων τους μέσω της απεργίας, απλώς θέτουν ψηλά τον πήχη προκειμένου να ικανοποιηθούν σε κάποιο ενδιάμεσο σημείο από τον εργοδότη. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για την κοινωνική αναταραχή που προκαλεί μια απεργία στην κοινωνία, η οποία (αναταραχή) ως ένα σημείο είναι δεδομένη και ανεκτή, λόγω της φύσης της απεργίας ως ένα μέσο άσκησης πίεσης μέσω διατάραξης της κανονικότητας στην εργασιακή και κοινωνική ζωή. Επομένως, τα παραπάνω αποτελούν κριτήρια που θα πρέπει να μην τα βλέπει κανείς επιφανειακά όταν προσπαθεί να χαρακτηρίσει μια απεργία ως καταχρηστική ή μη.
6.Μπορεί ο εργοδότης να αντιδράσει σε μια απεργία;
Η στάση που θα τηρήσει ο εργοδότης απέναντι στην απεργιακή κινητοποίηση των εργαζομένων, είναι κρίσιμη, καθώς θα πρέπει να εμπίπτει στα όρια του επιτρεπτού του νόμου. Στο πλαίσιο αυτό, καταρχήν απαγορεύεται η άσκηση εκ μέρους του εργοδότη της λεγόμενης ΄ανταπεργίας΄, δηλαδή της απαγόρευσης των εργαζομένων να εισέλθουν στους χώρους της εργασίας. Με αυτήν την απαγόρευση, οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούσαν να εκτελέσουν την εργασία τους και παράλληλα δεν θα είχαν αξίωση στον μισθό τους. Πρόκειται άρα για μια πρακτική που είναι παράνομη, ακόμα κι αν ασκείται ως αντίδραση σε ήδη παράνομη απεργία.
Εκτός αυτού, για να μην αναιρείται ο στόχος της απεργίας, δηλαδή η διατάραξη της λειτουργίας της επιχείρησης, ο εργοδότης απαγορεύεται να προβαίνει σε πρόσληψη εργαζομένων για όσο διαρκεί η απεργία, ώστε οι τελευταίοι να εκτελούν τις εργασίες που θα εκτελούσαν οι απεργοί. Στην περίπτωση όμως που η απεργία έχει κηρυχθεί παράνομη με δικαστική απόφαση, τότε η απαγόρευση δεν ισχύει και ο εργοδότης έγκυρα προσλαμβάνει άλλους εργαζόμενους, εφόσον φυσικά συνεχίζεται η απεργία. Το ίδιο ισχύει κι αν απλώς μεταθέτει εργαζόμενους από άλλη επιχείρηση στην επιχείρηση όπου διεξάγεται η απεργία.
Τέλος, έχουν μεγάλη σημασία οι συμφωνίες του εργοδότη με τους εργαζομένους, ώστε οι τελευταίοι να μην συμμετέχουν σε απεργίες/να μην τις διεξάγουν. Συνήθως τέτοιες ΄συμφωνίες΄ γίνονται έναντι ανταλλάγματος, δηλαδή από διάφορες παροχές/επιδόματα του εργοδότη προς τους εργαζομένους. Ωστόσο, ο παράνομος χαρακτήρας τέτοιων συμφωνιών είναι προφανής και δεν αίρεται σε καμία περίπτωση, λόγω του ότι περιορίζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των εργαζομένων να συμμετέχουν σε απεργία.
7Έχει η απεργία συνέπειες στην σύμβαση εργασίας του εργαζομένου;
Σίγουρα, η απεργία στην οποία συμμετέχει ένας εργαζόμενος θα έχει συνέπειες στην ατομική σύμβαση εργασίας του. Αυτές οι συνέπειες μπορεί να είναι θετικές=αύξηση μισθού αν γίνουν δεκτά από τον εργοδότη τα απεργιακά αιτήματα καθώς και αρνητικές συνέπειες. Πιο. συγκεκριμένα, ο εργαζόμενος:
- Αν συμμετέχει σε νόμιμη απεργία, δεν έχει υποχρέωση να παρουσιάζεται στον χώρο εργασίας του, ούτε όμως έχει δικαίωμα προς καταβολή του μισθού του από τον εργοδότη.
- Για τον λόγο αυτόν δεν μπορεί να απολυθεί με έκτακτη καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, αφού δεν απέχει αδικαιολόγητα από την εργασία του.
- Μολονότι ο εργαζόμενος δεν βρίσκεται στον χώρο εργασίας του, ο χρόνος αυτός θεωρείται πλασματικά ως χρόνος εργασίας, το οποίο υπολογίζεται θετικά για τα διάφορα επιδόματα τριετίας, τις άδειες αναψυχής κλπ.
- Αν όμως συμμετέχει σε παράνομη απεργία, τότε ο εργαζόμενος δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση του να παρουσιάζεται στον χώρο εργασίας και να παρέχει την εργασία του.
- Συνεπώς, αφού δεν βρίσκεται εκεί, ο εργοδότης μπορεί να καταγγείλει την σύμβαση εργασίας του με έκτακτη καταγγελία αφού η συμμετοχή σε παράνομη απεργία αποτελεί σπουδαίο λόγο καταγγελίας.
- Δεν αποκλείεται ο εργοδότης να έχει αξίωση αποζημίωσης έναντι του εργαζομένου για την ζημία που του προκάλεσε ο τελευταίος λόγω της συμμετοχής του στην παράνομη απεργία και αντίστοιχα την οικονομική επίπτωση που αυτή είχε στην επιχείρηση.
- Για να έχει όμως ο εργοδότης αξίωση αποζημίωσης, θα πρέπει ο εργαζόμενος να γνώριζε ότι η απεργία ήταν παράνομη και παρόλα αυτά να συνέχισε την συμμετοχή του σε αυτήν=αυτή η γνώση κατά κανόνα υπάρχει αφού εκδοθεί η δικαστική απόφαση που κηρύσσει παράνομη την απεργία.
8.Τι συμβαίνει με τους εργαζόμενους που δεν μπορούν να εργαστούν λόγω της απεργίας;
Πρόκειται για ένα κομβικής σημασίας ζήτημα, το οποίο έχει απασχολήσει αρκετές φορές τα ελληνικά δικαστήρια. Από την μια μεριά υπάρχει το συμφέρον των εργαζομένων που δεν απεργούν και θέλουν να εργαστούν προκειμένου να λάβουν τον μισθό τους και να μην έχουν δυσμενείς συνέπειες στην σύμβαση εργασίας του, και από την άλλη το συμφέρον του εργοδότη που δεν μπορεί να αποδεχτεί την εργασία τους λόγω της απεργίας που έχει παραλύσει οικονομικά την επιχείρηση του.
Οι αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων εδώ κυμαίνονται. Κάποιες δέχονται ότι ο εργοδότης εξακολουθεί να οφείλει τον μισθό σε όσους εργαζόμενους προσέρχονται στην εργασία τους, γιατί αυτοί είναι έτοιμοι να εργαστούν και ο λόγος που δεν μπορούν να απασχοληθούν αφορά τον ίδιο τον εργοδότη, αφού εκείνος έχει τον οικονομικό έλεγχο της επιχείρησης του. Συνεπώς, παρά την απεργία, ο ίδιος θα έπρεπε να είναι έτοιμος να τους απασχολήσει στην επιχείρηση του, και αφού δεν είναι σε θέση να το κάνει, τότε οφείλει τουλάχιστον τον συμφωνημένο μισθό καθώς και μισθούς υπερημερίας για όσο διάστημα εξακολουθεί η αδυναμία του.
Δεν λείπουν όμως και οι αποφάσεις που τονίζουν ότι η επίδραση μιας απεργίας στην επιχείρηση του εργοδότη αρκετές φορές είναι τόσο έντονη, ώστε ο ίδιος καταλήγει να μην έχει (και) συμφέρον να απασχολήσει όσους εργαζομένους έρχονται στην εργασία τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη ικανού αριθμού προσωπικού λόγω της απεργίας ώστε να έχουν παραλύσει ολόκληροι κλάδοι της επιχείρησης, και γενικά στην οικονομική αποδιοργάνωση της επιχείρησης. Γενικότερα, πρέπει να συνεκτιμώνται οι λόγοι για τους οποίους ο εργοδότης δεν μπορεί να απασχολήσει τους εργαζομένους, καθώς ανάλογα την περίπτωση, η δικαστική κρίση μπορεί να αλλάξει αρκετά εύκολα.
9.Υπάρχει δικαστική προστασία για διακοπή της απεργίας;
Απέναντι σε μια παράνομη απεργία των εργαζομένων και στον κίνδυνο να υποστεί η επιχείρηση του τεράστια οικονομική ζημία, ο εργοδότης δεν μένει απροστάτευτος από τον νόμο. Έτσι λοιπόν, ο εργοδότης δικαιούται:
- Να ασκήσει αγωγή εναντίον της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κήρυξε την παράνομη απεργία. Η αγωγή αυτή κατατίθεται στο Μονομελές Πρωτοδικείο και δικάζεται με πολύ σύντομη διαδικασία, ακριβώς για να προλάβει την γρήγορη εξέλιξη των γεγονότων.
- Με την αγωγή του ο εργοδότης μπορεί να ζητήσει την άρση/διακοπή της παράνομης απεργίας καθώς και την παράλειψη συμμετοχής των εργαζομένων σε μια παρόμοια παράνομη απεργία στο μέλλον. Αντίθετα, δεν μπορεί να ζητηθεί η απαγόρευση συμμετοχής των εργαζομένων σε οποιαδήποτε μελλοντική απεργία.
- Δεν αποκλείεται να έχει ο εργοδότης και αξίωση αποζημίωσης κατά των εργαζομένων για την ζημία που υπέστη από την συνέχιση της παράνομης απεργίας.
- Ωστόσο, για να γίνει δεκτή μια τέτοια αξίωση αποζημίωσης, θα πρέπει οι εργαζόμενοι να γνώριζαν ότι συμμετέχουν σε παράνομη απεργία κάτι που δεν συμβαίνει αρκετά συχνά στην πράξη.
- Η απεργία κηρύσσεται παράνομη μόνο με δικαστική απόφαση, δηλαδή αφού το δικαστήριο, εκτιμώντας όλο το αποδεικτικό υλικό, κρίνει ότι αυτή δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του νόμου.
- Φυσικά ο εργοδότης μπορεί να ζητήσει να κηρυχθεί η δικαστική απόφαση προσωρινά εκτελεστή, προκειμένου να αποφύγει και την άσκηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Αν το δικαστήριο κηρύξει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή, τα ασφαλιστικά μέτρα δεν θα είχαν νόημα εδώ.
10.Πώς κρίνουν τα ελληνικά δικαστήρια τις απεργίες στις μέρες μας;
Μιλήσαμε και παραπάνω για τον καταχρηστικό ή μη χαρακτήρα μιας απεργίας, ο οποίος για να κριθεί, πρέπει να ΄περάσει΄ μέσα από αρκετά νομικά κριτήρια, όπως το αν η απεργία ήταν το αναγκαίο μέσο των εργαζομένων στην συγκεκριμένη περίπτωση κλπ. Τα ελληνικά δικαστήρια στο συγκεκριμένο θέμα αξιολογούν τον χαρακτήρα της απεργίας με μια πιο περιορισμένη ματιά.
Πιο συγκεκριμένα, σε αρκετές απεργίες που κρίνονται παράνομες σήμερα, τα δικαστήρια τείνουν να θεωρούν ότι και η απλή πρόκληση οικονομικής ζημίας στην επιχείρηση λόγω της απεργίας είναι ικανή για να χαρακτηρίσει την απεργία ως παράνομη. Έτσι, δεν κάνουν έναν πιο συγκεκριμένο έλεγχο των απεργιακών αιτημάτων, της πορείας που ακολούθησε η απεργία μέχρι να κλιμακωθούν οι δράσεις της κλπ. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα 9/10 απεργίες σήμερα να κρίνονται ως καταχρηστικές παρά το ότι συνήθως δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για να χαρακτηριστεί μια απεργία ως τέτοια.
Δεν αποκλείεται όμως να υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους χαρακτηρίζονται συνεχώς οι απεργίες ως καταχρηστικές, ιδίως οι πολιτικές πιέσεις που ασκούνται λόγω της επείγουσας περίπτωσης που δημιουργεί η απεργία ειδικά για μεγάλες επιχειρήσεις του δημοσίου τομέα που εξυπηρετούν καθημερινά εκατομμύρια πολίτες, και άρα η απεργία δεν προκαλεί μόνο ζημία στον εκάστοτε εργοδότη αλλά και φθορά στην πολιτική εξουσία. Το σίγουρο είναι το θέμα επιβάλλει να διερευνώνται περισσότερο τα κριτήρια που οδηγούν μια απεργία στον κριθεί ως καταχρηστική καθώς και το πώς αυτά εφαρμόζονται στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Δίπλα στον πελάτη και τις ανάγκες του.
Αθηνά Κοντογιάννη-Δικηγόρος
Όσα αναφέρονται παραπάνω δεν αποτελούν νομικές συμβουλές και ουδεμία ευθύνη φέρεται για αυτές.Για περισσότερες πληροφορίες,επικοινωνήστε μαζί μας.